''σκαλωσιά''...προς τη γνώση Εαυτού

...περί ψυχοθεραπείας και αυτογνωσίας- Βαλάντης Χουτοχρήστος -Ψυχολόγος,Ψυχοθεραπευτής & Συνυπεύθυνος Ομάδας ''ΠΡΟΒΑΛΛοντας...''


Καλωσήρθατε στο προσωπικό μου blog!

Ο όρος ''σκαλωσιά'' είναι εμπνευσμένος απο τον ψυχολόγο Lev Vygotsky, ο οποίος μελέτησε αρκετά την έννοια της γνώσης και τις διαδικασίες μάθησης, εστιάζοντας ιδιαίτερα στη σχέση εκπαιδευτικού και μαθητή.Χρησιμοποίησε δε τον όρο ''scaffolding'', που μεταφράζεται με τον όρο ''πλαίσιο στήριξης'' ή ''σκαλωσιά'', για να περιγράψει την διαδικασία μάθησης μέσα από την σχέση δασκάλου και μαθητή. Στόχος- κατα τον Vygotsky- του εκπαιδευτικού είναι να βοηθήσει με ''σκαλωσιές'' τον μαθητή του να εσωτερικεύσει τη γνώση και, έπειτα, να προχωρήσει ο ίδιος πια μόνος και έμπειρος στο δρόμο της μάθησης
,της κάθε νέας μάθησης...

Κάπως έτσι ορίζεται και για μένα ο δρόμος της ψυχοθεραπείας, αλλά και η σχέση του θεραπευτή με τον αναλυόμενό του...

Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2009



παιδική ψύχωση- παιδική σχιζοφρένεια




Μία από τις βαρύτερες ψυχικές διαταραχές της παιδικής ηλικίας είναι η παιδική ψύχωση. Παρουσιάζει μια πολύπλοκη κλινική εικόνα, που εκφράζεται με γνωσιακές, συναισθηματικές και συμπεριφεριολογικές διαταραχές. Δείχνει τη βαθιά διαταραχή της αντίληψης που έχει το παιδί για τον εαυτό του και των σχέσεων με το περιβάλλον του. Οι επιπτώσεις της είναι σοβαρές τόσο στη δόμηση της προσωπικότητας του παιδιού όσο και στη ζωή της οικογένειας. Η παιδική σχιζοφρένεια αποτελεί την πιο σοβαρή μορφή της παιδικής ψύχωσης.

Αιτιοπαθογένεια
Πολυάριθμες μελέτες έχουν αφιερωθεί στην αιτιοπαθογένεια της παιδικής ψύχωσης. Οργανικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν ενοχοποιηθεί χωρίς να έχει αποκατασταθεί μια σαφής αιτιολογική σχέση. Μελέτες για την κληρονομικότητα σε διδύμους, σε υιοθετημένα παιδιά οι βιολογικοί γονείς των οποίων νοσούσαν και σε παιδιά σχιζοφρενών γονέων απέδειξαν τη σημασία του γενετικού παράγοντα. Όσο πιο πρώιμη είναι η έναρξη της νόσου τόσο αυξάνει η γενετική ευαλωσιμότητα. Η μελέτη των οργανικών παραγόντων οδήγησε στον εντοπισμό νευροανατομικών ανωμαλιών. Στη σχιζοφρένεια που ξεκίνησε στην παιδική ηλικία διαπιστώνονται προοδευτική αποπλάτυνση των πλαγίων κοιλιών, μείωση του συνολικού όγκου του εγκεφάλου, δομικές μεταβολές του κροταφικού λοβού και μείωση του μετωπιαίου μεταβολισμού. Εξάλλου, η ηλεκτροφυσιολογική διερεύνηση δείχνει τη δυσκολία αυτών των παιδιών να εστιάσουν την προσοχή τους και να επεξεργαστούν πληροφορίες. Ακόμη, στο ιστορικό ψυχωτικών παιδιών απαντώνται συχνότερα προγεννητικές και περιγεννητικές επιπλοκές, αλλά η αιτιολογική αξία τους αμφισβητείται. Οι ψυχογενετικές απόψεις ενοχοποιούν παράγοντες του περιβάλλοντος, όπως η διαταραγμένη προσωπικότητα των γονέων, οι στρεβλές συζυγικές σχέσεις ή η "ψευδοαμοιβαιότητα" κατά την οποία οι οικογενειακές συγκρούσεις καλύπτονται και τίποτα δεν συζητείται ανοιχτά. Οι μητέρες ψυχωτικών παιδιών περιγράφονται υπερπροστατευτικές, κυρίαρχες, αγχώδεις ψυχαναγκαστικές ή αντίθετα αδύναμες, ανώριμες, με καθαρά αμφιθυμική συμπεριφορά απέναντι στο παιδί

Κλινικές μορφές παιδικής ψύχωσης
Η κλινική εικόνα των παιδικών ψυχώσεων χαρακτηρίζεται από τη βαρύτητα αλλά και την πολυμορφία της ψυχοπαθολογίας. Η συμπτωματολογία διαφέρει ανάλογα με την ηλικία έναρξης. Έτσι, διακρίνουμε δύο κλινικές μορφές: τις πρώιμες παιδικές ψυχώσεις με έναρξη πριν από την ηλικία των πέντε ετών και τις ψυχώσεις με μεταγενέστερη έναρξη που αντιστοιχεί στη λανθάνουσα ηλικία (6-12 ετών).

Πρώιμες παιδικές ψυχώσεις
Ο συνδυασμός διαταραχών που μπορούν να εμφανιστούν στην αρχή της ζωής του παιδιού σηματοδοτεί την ψυχωτική εξέλιξη. Οι διαταραχές αφορούν κυρίως στη διατροφή (αδυναμία θηλασμού, ανορεξία, εμετοί) ή τον ύπνο (διεγερτική αϋπνία με αυτοεπιθετικές δραστηριότητες, π.χ., χτύπημα του κεφαλιού στα κάγκελα του κρεβατιού). Δεν εμφανίζονται οι "πρώτοι οργανωτές" σύμφωνα με τον R.Spitz, δηλαδή το χαμόγελο που απευθύνεται σε κάποιο πρόσωπο και το άγχος του όγδοου μήνα που προκαλείται φυσιολογικά από την παρουσία ξένου. Το ψυχωτικό βρέφος δυσκολεύεται να εγκαταστήσει τη σχέση με τη μητέρα. Είτε είναι υπερβολικά προσκολλημένο επάνω της είτε αδιαφορεί τελείως και δημιουργεί σχέση με οποιονδήποτε ξένο. Παρατηρείται επίσης απουσία μεταβατικού αντικειμένου, που είναι το αγαπημένο αντικείμενο του παιδιού (κουκλάκι, ζωάκι, κουβέρτα) και αντικαθιστά στη φαντασία του τη μητέρα κατά την απουσία της.
Η κατάκτηση δεξιοτήτων μπορεί να γίνει πρώιμα ή να καθυστερήσει και βιώνεται με χαρακτηριστική αδιαφορία εκ μέρους του παιδιού. Συχνά παρατηρείται παλινδρόμηση και απώλεια κεκτημένων δεξιοτήτων. Ο λόγος επίσης μπορεί να κατακτηθεί πρώιμα ή να καθυστερήσει. Ακόμη, παρατηρούνται ιδιάζουσες εκφράσεις και παράξενος τόνος της φωνής, ενώ η σύνταξη θυμίζει λόγο ενήλικου. Το άγχος είναι διάχυτο και συνοδεύεται από υπερκινητικότητα ή επιθετική συμπεριφορά. Υπάρχουν περίεργες φοβίες που συχνά αφορούν στο σώμα του παιδιού. Οι ψυχαναγκαστικές συμπεριφορές ξεπερνούν τις συνήθεις τελετουργίες που παρουσιάζουν παιδιά δύο έως τριών ετών και καταλαμβάνουν τους περισσότερους τομείς της ζωής του παιδιού: γεύμα, ύπνος, αφόδευση.

Παιδικές ψυχώσεις με μεταγενέστερη εξέλιξη
Εκδηλώνονται από την ηλικία των τεσσάρων με πέντε ετών μέχρι την εφηβεία. Διαχωρίζονται σε σχέση με τις προηγούμενες από το γεγονός ότι τα παιδιά αυτά μπόρεσαν να κατακτήσουν τρόπους επικοινωνίας κυρίως μέσω του λόγου. Οι νοητικές τους ικανότητες είναι φυσιολογικές και η προσαρμογή τους μέχρι την εκδήλωση της ψύχωσης σχετικά ικανοποιητική. Οι κλινικές εκδηλώσεις είναι ποικίλες και αλληλοκαλύπτονται. Κυριαρχεί η δυσκολία σύναψης διαπροσωπικών σχέσεων. Η απομόνωση είναι αποτέλεσμα συναισθηματικής αναστολής και καταθλιπτικής διάθεσης. Το συναίσθημα είναι ασταθές και κυμαίνεται από την κατάθλιψη μέχρι την υπερδιέγερση που έχει μανιακή χροιά. Το παιδί γίνεται υπερκινητικό, με ακατάπαυστες και διάσπαρτες δραστηριότητες.
Μια πλήρης διακοπή της λεκτικής επικοινωνίας μπορεί να σηματοδοτήσει την έναρξη της ψύχωσης. Αλλοτε παρατηρούνται εξαφάνιση λέξεων τις οποίες το παιδί είχε μάθει και χρησιμοποιούσε, παραγωγή λέξεων χωρίς σημασία και ιδιάζουσα χρήση του λόγου. Η κινητικότητα επίσης είναι διαταραγμένη με χαρακτηριστικό περπάτημα, άκαμπτη στάση του σώματος και δυσκολία στις λεπτές κινήσεις. Η επιθετικότητα είναι κυρίαρχη σε όλες τις εκδηλώσεις του ψυχωτικού παιδιού. Καταστρέφει αντικείμενα, τα παιχνίδια του, τις ζωγραφιές του ή στρέφεται εναντίον προσώπων του περιβάλλοντός του (δαγκώνει, κλωτσά, χτυπά), ακόμη και εναντίον του εαυτού του. Στο σχολείο η προσαρμογή είναι δύσκολη λόγω των διαταραχών συμπεριφοράς. Η μάθηση είναι ανισομερής, το ενδιαφέρον του παιδιού υπερεπενδύεται σε ορισμένους τομείς, με αποτέλεσμα να σημειώνονται επιλεκτικές επιδόσεις σε αυτούς, ενώ άλλοι υπολείπονται και παρουσιάζουν κενά (π.χ., ο μαθητής είναι πολύ καλός στα μαθηματικά και αδυνατεί να μάθει ιστορία).

Παιδική σχιζοφρένεια
Η παιδική σχιζοφρένεια είναι σπάνια και, μάλιστα, 50 φορές λιγότερο συχνή σε παιδιά κάτω των 15 ετών από ό,τι σε ενήλικους. Η συχνότητα με την οποία συναντάται η διαταραχή είναι σταθερή κατά τα παιδικά χρόνια αλλά παρουσιάζει μια δραματική έξαρση στην εφηβεία. Για την περιγραφή της κλινικής εικόνας της παιδικής σχιζοφρένειας, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας παράγοντες που έχουν σχέση με το επίπεδο της ανάπτυξης και της ψυχοσυναισθηματικής ωριμότητας του παιδιού κατά την ηλικία έναρξης.
Η παιδική σχιζοφρένεια διαφοροποιείται από εκείνη των ενηλίκων σε ορισμένα σημεία της κλινικής εικόνας και ως προς την πρόγνωση. Οι τυπικές σχιζοφρενικές διαταραχές εμφανίζονται από την ηλικία των έξι με επτά ετών και μέχρι την εφηβεία αποκτούν βαθμιαία την κλινική εικόνα της σχιζοφρένειας των ενηλίκων. Τα αγόρια υπερέχουν των κοριτσιών σε αναλογία 2:1, αλλά δεν διαχωρίζονται ως προς τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων ή την εξέλιξη. Είναι αρκετά δύσκολο να εκτιμηθούν στο παιδί η δοκιμασία της πραγματικότητας, οι ψευδαισθήσεις, το παραλήρημα και οι τυπικές διαταραχές της σκέψης. Η εκτίμηση αυτών των συμπτωμάτων είναι δυνατή μόνον εάν το παιδί έχει φτάσει σε μια ικανοποιητική ωριμότητα, νοητική ηλικία και λεκτική επικοινωνία.
Στη νηπιακή ηλικία το παιδί παρουσιάζει διαφορετική αίσθηση πραγματικότητας, έχει φανταστικούς φόβους και μέσα από τα παιχνίδια ζει τις φαντασιώσεις του. Τα παιδιά έχουν μια τάση να αναπτύσσουν ιδιωτικές σηματοδοτήσεις διαφορετικές από την εξωτερική πραγματικότητα για να καλύπτουν τις αγχογόνες και φοβογόνες εμπειρίες. Παρουσιάζουν επίσης έλλειψη δεξιότητας στο να εξηγούν και να περιγράφουν εσωτερικές εμπειρίες. Γι΄ αυτόν το λόγο υπάρχουν προβλήματα στη διάγνωση των ψευδαισθήσεων στην παιδική ηλικία. Οι ψευδαισθήσεις είναι κοινές σε παιδιά με υψηλό πυρετό. Σε μη ψυχωτικά παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορούν να εκδηλωθούν "καλοήθεις ψευδαισθήσεις" υπό την επήρεια στρες. Πρόκειται για οπτικές ή απτικές ψευδαισθήσεις (κυρίως έντομα ή ζώα), με οξεία έναρξη και βραχεία διάρκεια (ώρες ή ημέρες).
Οι ψευδαισθήσεις στην παιδική σχιζοφρένεια είναι κυρίως ακουστικές (φωνές γονέων, αδελφών, συγγενών) και παρατηρούνται σε υψηλά ποσοστά (50%-80%) και σε μικρότερο βαθμό οπτικές, οσφρητικές, απτικές. Οι μη ακουστικές ψευδαισθήσεις δεν απαντώνται μεμονωμένες, αλλά συνοδεύουν πάντα τις ακουστικές. Η κλινική εικόνα δείχνει την έλλειψη οργάνωσης και συστηματοποίησης του παραληρήματος. Τα θέματα είναι απλά μεγαλομανιακά ή διωκτικά. Τα θέματα σεξουαλικού περιεχομένου εμφανίζονται κυρίως στην εφηβεία. Όσο αυξάνει η ηλικία, οι ψευδαισθήσεις και οι παραληρητικές ιδέες γίνονται πιο πολύπλοκες και οργανωμένες. Οι διαταραχές της σκέψης περιλαμβάνουν ασυναρτησία, έλλειψη συνειρμών, νεολογισμούς. Με την ανάλυση του λόγου διαπιστώνονται η υπολειμματική επικοινωνία και διαταραχές προσοχής, μάθησης και αφηρημένης σκέψης.
Το συναίσθημα είναι ρηχό ή απρόσφορο.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση εξαρτάται από την ένταση και τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων, από την οξεία ή μη έναρξη καθώς και από την ηλικία του παιδιού. Νοσηλεία σε εξειδικευμένο παιδοψυχιατρικό πλαίσιο απαιτείται σε οξεία έναρξη, που συνήθως συμβαίνει στην εφηβεία και σπανιότερα στη λανθάνουσα περίοδο (ηλικία 6-12 ετών). Σε περίπτωση μακροχρόνιας νοσηλείας, θα πρέπει να γίνει ένας συνδυασμός που θα περιλαμβάνει την καθαρά θεραπευτική παρέμβαση και ταυτόχρονα θα καλύπτει τις κοινωνικές και τις εκπαιδευτικές ανάγκες του παιδιού. Σε περιστατικά στα οποία η έναρξη της νόσου είναι προοδευτική και η συμπτωματολογία ανιχνεύεται κυρίως στις διαταραχές συμπεριφοράς και τις δυσκολίες προσαρμογής, καταλληλότερο είναι το νοσοκομείο ημέρας. Το παιδί με αυτό τον τρόπο δεν απομακρύνεται από το οικογενειακό περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα του παρέχεται μακροχρόνια ειδική αγωγή.Φαρμακευτική θεραπεία χορηγείται όταν υπάρχουν παραγωγικά συμπτώματα (ψευδαισθήσεις, παραλήρημα) ή διεγερτική συμπεριφορά και επιθετικότητα. Χορηγούνται νευροληπτικά με εξατομίκευση των δόσεων, ανάλογα με το βάρος και την ηλικία του παιδιού.
Η ψυχοθεραπεία που προτείνεται εξαρτάται από τη θεωρητική τοποθέτηση του θεραπευτή. Είναι κοινώς παραδεκτή όμως η προσπάθεια υποστήριξης του παιδιού για να διευκολυνθεί η προσαρμογή του στην πραγματικότητα. Η έκφραση των αναγκών του και των φόβων του μέσω του λόγου βοηθά στην ανάπτυξη της έννοιας του εαυτού και της προσωπικής του ταυτότητας. Σε κάθε θεραπευτική προσέγγιση απαιτείται η συμμετοχή των γονέων. Από την άλλη, η συμβουλευτική γονέων έχει σκοπό να κατανοήσουν οι γονείς το πρόβλημα του παιδιού, να εξετάσουν πιθανή δική τους συμμετοχή στην έκφραση αυτού του προβλήματος και να διευκολύνουν τις θεραπευτικές προσπάθειες. Η διαφορετική διαγνωστική εκτίμηση καθορίζει εν μέρει και τη θεραπευτική προσέγγιση. Η παιδική σχιζοφρένεια απαιτεί φαρμακοθεραπεία και πιθανόν νοσηλεία. Αντίθετα, οι μη ειδικές παιδικές ψυχώσεις, με την ευρύτερη έννοια, αντιμετωπίζονται κυρίως ψυχοθεραπευτικά.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου