(επιμέλεια: Χουτοχρήστος Βαλάντης -ψυχολόγος)
1.Περίληψη της ταινίας
Η ταινία που θα αναλύσουμε αφορά τις ιστορίες τεσσάρων ατόμων, που μόνο τραγικές φιγούρες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν. Μια μάνα, η Σάρα, που ποτέ δεν μπόρεσε να αποδεχτεί τον ίδιο της τον εαυτό, δεν αποδέχεται και τον ίδιο της τον γιό, τον Χάρυ. Ο Χάρυ καταλήγει να είναι εξαρτημένος από τοξικές ουσίες ξεκινώντας ένα ταξίδι περιπετειών που δεν έχει στάσεις και προορισμό. Μαζί του σε αυτό, ο κολλητός του φίλος και η ερωμένη του Μάριον που βρίσκει, μέσα από την ποικιλόμορφη αυτoκαταστροφή, διέξοδο στην συναισθηματική ανασφάλεια και μη αποδοχή που της έδινε το σπίτι της, μαζί με την οικονομική κάλυψη που της παρείχε. Χάρυ και Μάριον επαναλαμβάνουν το παιχνίδι των ρόλων που τόσο καλά είχαν μάθει να παίζουν από παιδιά με τους γονείς τους ενισχύοντας το χάος και την αυτοκαταστροφή τους, που έχει το όνομα Εξάρτηση. Αυτή, σε όλα τα επίπεδα, είναι και το κοινό σημείο όλων των ηρώων της ταινίας που τους φέρνει αρκετά κοντά επιφανειακά γιατί τους ταυτίζει, αλλά εν τέλει τους διώχνει τόσο μακριά που τους απομονώνει, αφήνοντας τον καθένα μόνο του να βιώνει τον Γολγοθά του.
2. Θεωρητική εισαγωγή των ‘ανταποδοτικών ρόλων’ (‘reciprocal roles’)
Η Γνωσιακή Αναλυτική ψυχοθεραπεία δίνει μεγάλη έμφαση στην θεωρία των ανταποδοτικών ρόλων (‘reciprocal roles’) (Ryle & Kerr, 2002). Μέσα από την θεωρία αυτή προσπαθεί να συνδέσει το παρόν του ασθενούς με το παρελθόν του, και κυρίως με την κατάσταση που επικρατούσε στο οικογενειακό του σύστημα, αλλά και τους ρόλους που είχε μέσα σε αυτό ως παιδί και τελικά συνέχισε και έξω από αυτό ως ενήλικας. Η θεωρία αυτή έχει βασιστεί κυρίως στο έργο του γνωσιακού αναλυτή A. Ryle αλλά έχει επηρεαστεί και από άλλες θεωρίες, όπως την θεωρία των αντικειμενοτρόπων σχέσεων (Object Relations Theory), την θεωρία του Vygotsky (Ryle, 1994) και την θεωρία του συγγραφέα Bakthin (Leiman, 1997).
Κατά την διάρκεια της παιδικής του ηλικίας το άτομο- ασθενής είχε συγκεκριμένες συμπεριφορές και ρόλους με τους οποίους αλληλεπιδρούσε με τους γονείς του, και κυρίως με την μητέρα του. Κάθε συγκεκριμένη συμπεριφορά- ρόλος είχε ως απάντηση μια συγκεκριμένη συμπεριφορά- ρόλο από τον γονέα (Ryle, 1993) .Για παράδειγμα, θα μπορούσαν σε ένα οικογενειακό σύστημα να αλληλεπιδρούν ένας γονέας- θύτης και ένα παιδί- θύμα ή και το αντίστροφο, ένας επικριτικός γονέας με ένα απολογητικό παιδί ή και το αντίστροφο. Οι μορφές τέτοιων ειδών αλληλεπιδράσεων μαθαίνονται σιγά σιγά, αφού σε κάτι τέτοιο βοηθά και η επανάληψη που σκοπό έχει να διατηρήσει μια συγκεκριμένη κατάσταση- μάλλον παθολογική- με την μορφή δευτερογενούς όφελους, η οποία όμως στο μέλλον θα γεννήσει στο άτομο- ασθενή πολλές εμπλοκές (snags) που θα δυσκολέψουν αρκετά την διαπροσωπική του ζωή (Ryle, 1979).
Έτσι, ο ενήλικας πια ασθενής, έχοντας μάθει από την παιδική του ηλικία να παίζει συγκεκριμένους ανταποδοτικούς ρόλους, τους επαναλαμβάνει στις διαπροσωπικές του σχέσεις και τελικά τους ενισχύει, μέσα από την διαδικασία των γνωσιακών αναλυτικών διλημμάτων, των παγίδων και των εμπλοκών (Potter, 2004), αντιμετωπίζοντας συνεχώς αδιέξοδα και φαύλους κύκλους. Όταν χαρακτηρίζουμε αυτούς τους ρόλους ‘ανταποδοτικούς’ (Ryle &Kerr, 2002) δεν εννοούμε τίποτα άλλο από το ότι ο ασθενής παίρνοντας έναν συγκεκριμένο ρόλο στη σχέση του με κάποιον άλλο (ή και τον ίδιο του τον εαυτό) έχει μάθει με την συμπεριφορά του, και μέσα από μια διαδικασία ‘αυτοεκπληρούμενης προφητείας’, να λαμβάνει από τον άλλο τον αντίστοιχο, κατάλληλο και απόλυτα ταιριαστό ρόλο ώστε να επικρατήσει ένα ζεύγος ανταποδοτικών ρόλων που του ήταν γνωστό από παλιά (familiar condition). Αν δεν γίνει κάτι τέτοιο, το πιο πιθανό είναι ο ασθενής να θυμώσει (unfamiliar condition) και να δραπετεύσει από την τόσο άγνωστη διαπροσωπική σχέση, διατηρώντας όμως την παθολογικότητα της καθημερινότητάς του.
Εδώ, πρέπει εν συντομία να αναφερθούμε σε κάποιες βασικές ιδιότητες των ανταποδοτικών ρόλων, αναφορά απαραίτητη για την κατανόηση των ανταποδοτικών ρόλων που έχουν οι ήρωες της ταινίας που θα αναλύσουμε. Ο ασθενής στις διαπροσωπικές σχέσεις του μπορεί να επαναλάβει τον ανταποδοτικό ρόλο που είχε ο ίδιος ως παιδί (‘child- derived role’) εκλύοντας από τον άλλο τον αντίστοιχο γονεϊκό μεταβιβάζοντας ίσως ή να επαναλάβει τον γονεικό ανταποδοτικό ρόλο (‘parent- derived role’) εκλύοντας από τον άλλο των αντίστοιχο δικό του παιδικόμορφο, ίσως προβολικά ταυτιζόμενος με το παιδικό κομμάτι του άλλου (Ryle, 1994). Από όπου και αν προέρχεται η κατευθυντική αυτή ‘φωνή’ (Bakthin) (Leiman, 1997), είτε είναι γονεϊκή είτε παιδικόμορφη, το σίγουρο είναι ότι η προβληματικότητα της κατάστασης διαιωνίζεται. Ακόμη, σημαντική παρατήρηση είναι η ακόλουθη. Οι ανταποδοτικοί ρόλοι δε λειτουργούν μόνο διαπροσωπικά (external- self to other/ other to self) αλλά και ανάμεσα σε self states του ίδιου του ασθενούς (internal- self to self) (Ryle, 1993), όπου σε αυτή την κατάσταση, αν υπάρχει και η παρουσία του άλλου, ο θυμός με τον εαυτό και η αυτοτιμωρία ενισχύεται λόγω της λειτουργίας της προβολικής ταύτισης, κάτι που φαίνεται και από τον βαθμό της εξάρτησης όλων των ηρώων της ταινίας. Οπότε υπάρχει η πιθανότητα ένα ζεύγος ανταποδοτικών ρόλων να λειτουργεί και εσωτερικά και εξωτερικά κάνοντας την κατάσταση δυσκολότερη σε αυτή την περίπτωση. Πάντως, σε όλες τις περιπτώσεις, όταν η μεταβίβαση και η προβολική ταύτιση συνυπάρχουν, ο φαύλος κύκλος ενισχύεται, όπως και τα αρνητικά συναισθήματα.
Τέλος, αξίζει να αναφερθούμε στο ρόλο που πρέπει να έχει ο γνωσιακός αναλυτής, που στο τέλος μόνο ανταποδοτικός δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζεται. Ο θεραπευτής καλό θα είναι από την αρχή της θεραπείας, ιδίως αν πρόκειται για κάποια διαταραχή προσωπικότητας, να προετοιμάσει τον ασθενή με κάποιο τρόπο, όπως με μια αναφορά στο Γράμμα Αναδιαμόρφωσης (Donias, 1993), ότι υπάρχει μεγάλη περίπτωση να φέρει στο θεραπευτικό δωμάτιο ο ίδιος τους ανταποδοτικούς του ρόλους που παίζει έξω από αυτό, με σκοπό να ξεκινήσει ένα παιχνίδι στο οποίο θα είναι επιθυμητή, ίσως και απαραίτητη, η συμμετοχή του θεραπευτή. Ο θεραπευτής πρέπει μέσω τεχνικών να αναδύσει τους ανταποδοτικούς ρόλους που έχει μάθει να παίζει ο ασθενής, ίσως αρχικά να τους εκλύσει και ο ίδιος αν διαισθανθεί ποιοί είναι αυτοί, αλλά σε καμία περίπτωση να μη τους πάρει, να μην εμπλακεί (collusion) σε αυτούς. Συνεχής στόχος του θα πρέπει να είναι η ανάδυση των ρόλων του ασθενούς, η παρεμπόδιση κάθε αντιμεταβίβασης ή προβολικής ταύτισης, και τελικά η αυτοσυνειδητοποίηση του ασθενούς ότι μπορεί να συνυπάρξει και να σχετιστεί με άλλους ανθρώπους με ρόλους νέους (Bennett, 1994), που θα γνωρίσει ‘χρησιμοποιώντας’ τον θεραπευτή- ή σε θεραπευτική ομάδα, και τα άλλα μέλη. Η συνεχής εποπτεία κρίνεται απαραίτητη γιατί η δυσκολία τέτοιων καταστάσεων είναι αρκετά μεγάλη και η εμπλοκή ίσως είναι καταστροφική, ιδίως για έναν νέο θεραπευτή.
3. Η πορεία προς το Όνειρο…(‘for a Dream’)… που έγινε Θρήνος (‘Requiem…’)- Οι ανταποδοτικοί ρόλοι (‘reciprocal roles’) των ηρώων της ταινίας…
Α) Σάρα και Χάρυ : Αναποτελεσματικός φροντιστής και Ανασφαλής φροντιζόμενος
-Πλαίσιο γένεσης και εξέλιξης ανταποδοτικών ρόλων:
Πατέρας και σύζυγος απών, μητέρα μόνη με ανάγκη για αποδοχή φροντίδας από γιο αλλά και παροχή φροντίδας προς αυτόν. Γιος, εξαρτημένος από ουσίες, ανίκανος να φροντίσει την μητέρα του και τον ίδιο του τον εαυτό. Η μητέρα, καθώς δεν δέχεται αγάπη και φροντίδα προσπαθεί μέσα στη μοναξιά της να αποκτήσει αξία για τους γύρω της, θέλει με αυτόν τον τρόπο να γίνει αποδεκτή και να φροντίσει τον γιο της που ποτέ δε μπόρεσε- πράγμα για το οποίο νοιώθει ένοχη (ο γιος της, που πάντα ήθελε επιτυχημένο, χάνεται λόγω της εξάρτησής του), να νοιώσει ο ίδιος περήφανος για αυτή και αυτή ικανή να βρει λόγους για να αισθανθεί περήφανη για αυτόν (‘θέλω να παντρευτείς, να επιτύχεις…να μου φέρεις ένα εγγόνι’ του λεει).
Η ίδια αρχίζει εξαντλητικές δίαιτες μέσω χαπιών προσπαθώντας να γυρίσει τον χρόνο πίσω, τότε που το κόκκινο φόρεμα της έκανε. Συμβολικά και ψυχαναλυτικά εδώ μιλώντας, τα περιττά της κιλά ίσως είναι οι ίδιες της οι ενοχές για όσα δεν μπόρεσε να δώσει στο παιδί της και το κόκκινο φόρεμα η προσπάθεια για μια νέα αρχή με έναν νέο και ιδανικό ρόλο φροντιστή, όχι τόσο αναποτελεσματικού όσο αποδείχτηκε στη σχέση της με τον γιο της, και που επηρέασε, όπως θα δούμε παρακάτω, μια ερωτική του σχέση (αναποτελεσματικός φροντιστής : ‘parent- derived role’)…Το φόρεμα όμως δεν της κάνει πια, είναι ίσως αργά και η κατάσταση έχει ξεφύγει…Κατάληξη; Η καθημερινή εξάρτηση από υπεράριθμα χάπια διαίτης. Ίσως, εδώ βρίσκεται και το μοναδικό σημείο επαφής των δυο, μιας επαφής που τελικά εξυπηρετεί την αυτοτιμωρία και την απόρριψη του ενός από τον άλλο. Η όλη τους επικοινωνία στηρίζεται- εξαρτητικά -στην αναγκαιότητα για παροχή και την αποδοχή φροντίδας. Αυτοί είναι και οι ανταποδοτικοί τους ρόλοι που όμως είναι ελλειμματικοί, προβληματικοί. Εξάλλου το ότι στηρίζονται στην προβολική ταύτιση δυσκολεύει τα πράγματα (Ryle, 1994).
Μέσα από μια διαδικασία ψυχολογικής –και όχι μόνο- εξάρτησης, μάνα και γιος προσπαθούν να κερδίσουν την αποδοχή, την φροντίδα και την αγάπη μέσα από μια επικοινωνία, που δεν γίνεται ουσιαστικά μόνο ανάμεσα στους δύο(self to other/ other to self), αλλά με τον ίδιο τους τον εαυτό (self to self) (Leiman, 1997) φέρνοντας στην επιφάνεια ενοχές, ακάλυπτες ανάγκες, θυμό και αυτοτιμωρία. Πρόκειται για την συνάντηση ενός αναποτελεσματικού φροντιστή και ενός ανασφαλούς φροντιζόμενου (‘child- derived role’), μια συνάντηση ανάμεσα στη μητέρα και τον γιο της, αλλά ίσως και πολύ περισσότερο ανάμεσα σε δυο διαφορετικούς ρόλους του ίδιου τους του εαυτού- η διαδικασία της προβολικής ταύτισης εξάλλου κάτι τέτοιο το καθιστά πιο φανερό και περισσότερο επώδυνο για τους δυο ήρωες. Μάνα και γιος παίρνουν συνεχώς τον έναν ή τον άλλο ρόλο, ή και τους δυο, διατηρώντας έτσι τον φαύλο κύκλο της σχέσης τους.
--- Κοινό ζήτημα μάνας και γιού είναι η αποδοχή, η αποδοχή του ενός από τον άλλο αλλά και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Προσπαθούν να την κερδίσουν μέσα από το να φροντίσουν ο ένας τον άλλο ή με το να αποδεχτούν φροντίδα ο ένας από τον άλλο. Τα συναισθήματα όμως που ντύνουν αυτούς τους ρόλους είναι το άγχος ή η χαμηλή αυτοεκτίμηση με αποτέλεσμα να έρχεται η αποτυχία και οι ανταποδοτικοί ρόλοι να είναι τελικά το ζεύγος αναποτελεσματικός φροντιστής- ανασφαλής φροντιζίομενος (δίλημμα: ‘Ή προσπαθώ να φροντίσω αλλά αγχώνομαι (ίσως οι γονείς μου να ζηλέψουν: snag) και αποτυγχάνω ή αναζητώ φροντίδα αλλά έχοντας χαμηλή αυτοεκτίμηση νιώθω ότι δε την αξίζω (snag) και πάλι αποτυγχάνω.’). Οι ανταποδοτικοί ρόλοι οδηγούν σε ενοχές και άγχος ή σε ανασφάλεια και μοναξιά καταλήγοντας σε θυμό ( δίλημμα: ‘Ή θα φροντίσω αναποτελεσματικά γιατί έτσι μπορώ (snag) και θα θυμώνω ή θα με φροντίζουν ανεπαρκώς γιατί αυτό μου αξίζει (snag) και πάλι θα θυμώνω’). O θυμός οδηγεί τους ήρωες σε επιθετικότητα προς τον εαυτό ή τον άλλο καταλήγοντας σε συναισθήματα ενοχών και αβοηθησίας (δίλημμα: ‘Λόγω της αποτυχίας των ρόλων, ή θα επιτίθεμαι στον εαυτό μου με διάφορες ενέργειες καταλήγοντας σε ενοχές και αβοηθησία ή θα επιτίθεμαι στον άλλο με διάφορες ενέργειες καταλήγωντας πάλι σε ενοχές και αβοηθησία’- επίθεση: μόνο έτσι ξέρω να διεκδικώ(;) :snag). Οι ενοχές και η αβοηθησία που νιώθουν οι δύο ήρωες οδηγεί στην αναζήτηση πάλι της αποδοχής με τον φαύλο κύκλο- παγίδα να συνεχίζεται.
Κλασσικές παγίδες (Ryle, 1979): Αν και τα διλήμματα αλλά και ο κύκλος των ανταποδοτικών ρόλων λειτουργούν ως παγίδες ισχύουν και οι εξής:
-Προσπάθεια να ευχαριστήσω (‘trying to please trap’- placation):
Νιώθωντας ανασφαλής και προσπαθώντας να μην δυσαρεστήσω τους άλλους, προσπαθώ να κάνω ό,τι αυτοί θέλουν με αποτέλεσμα: α) να μην με ευχαριστούν ή επιβραβεύουν οι άλλοι με αποτέλεσμα να θυμώνω, να θλίβομαι ή να έχω ενοχές νιώθοντας άσχημα με τον εαυτό μου, β) να χάνω τον έλεγχο, λόγω της ανάγκης μου να ευχαριστώ τους άλλους, και έτσι να αποφεύγω καταστάσεις, να αναβάλλω πράγματα και να απορρίπτω ανθρώπους, κάτι που τους θυμώνει και αυτό ενισχύει την χαμηλή μου αυτοπεποίθηση.
-Καταθλιπτική σκέψη ‘depressed thinking trap’):
Νιώθοντας καταθλιπτικά, όταν ξεκινώ κάτι πιστεύω ότι δεν θα τα καταφέρω. Οι καταθλιπτικές μου σκέψεις έχουν ως αποτέλεσμα να μην αποδίδω όπως θα μπορούσα και έτσι νιώθω πιο καταθλιπτικός.
-Χαμηλή αυτοπεποίθηση (‘low self- esteem trap’):
Μη πιστεύοντας στον εαυτό μου δεν διεκδικώ αυτά που θέλω με τη σκέψη ότι θα τιμωρηθώ, ότι οι άλλοι θα με κατακρίνουν ή θα με περιορίσουν, ότι ό,τι καλό είναι γραφτό να φύγει μακριά μου και ότι για κάποιο λόγο πρέπει να τιμωρήσω τον εαυτό μου. Όλα αυτά οδηγούν στο να έχω χαμηλότερη αυτοπεποίθηση.
B) Χάρυ και Μάριον : Αναποτελεσματικός φροντιστής- Θυμωμένος φροντιζόμενος, Θύτης- Θύμα ( μέσα από το πέρασμα της εξιδανίκευσης στην υποτίμηση)
-Πλαίσιο γένεσης και εξέλιξης ανταποδοτικών ρόλων:
Ο Χάρυ έχει σχέση με κοπέλα που είναι, και αυτή, εξαρτημένη από ουσίες. Το οικογενειακό σύστημα της Μάριον είναι διαταραγμένο, έχει τάσεις φυγής από αυτό. Η σχέση της με τον ήρωα είναι ένα μέσο φυγής. Αναζητά συνεχώς φροντίδα και επιβεβαίωση από αυτόν για να καλύψει ανάγκες που πάντα είχε, και όταν δεν την παίρνει γίνεται ένας θυμωμένος φροντιζόμενος (child- derived role) ανταποδίδοντάς του τον ρόλο του αναποτελεσματικού φροντιστή (parental- derived role). Ίσως πάντα έπαιρνε αυτόν τον ρόλο απέναντι στους γονείς της όταν αρνούνταν την συναισθηματική κάλυψή της, και συνεπώς κάθε φορά που περιμένει κάποιον να την φροντίσει (other to self) ή από τον εαυτό της να γίνει φροντιστής του εαυτού της (self to self), γίνεται θυμωμένος φροντιζόμενος αναμένοντας την αναποτελεσματικότητα του συντρόφου- φροντιστή ή του εαυτού- φροντιστή (εμπλοκή- snag). Ταυτόχρονα προσπαθεί σε περιστάσεις όπως όταν το ζευγάρι χρειαζόταν χρήματα ή ουσίες, να αποδειχτεί ένας ικανός φροντιστής με αποτέλεσμα να αυτοθυματοποιείται και συγχρόνως να εκδικείται (συμμετοχή σε σεξουαλικά όργια προς εύρεση χρημάτων ή ουσιών) σαν να μην αξίζει να δώσει ή να πάρει φροντίδα με άλλα, υγιή μέσα (εμπλοκή ή snag). Είναι πυρηνικό της θέμα αν θα γίνει αποδεκτή ή όχι, αφού το σπίτι της συναισθηματικά μάλλον την απέρριψε (σε μια σκηνή εξομολογείται στον σύντροφό της ότι από το σπίτι της είχε μόνο χρήματα, κάτι που δεν της αρκούσε). Η οριακότητά της, εξάλλου, δικαιολογεί την αγωνία της για την αποδοχή και τις μεταπηδήσεις που κάνει από την εξιδανίκευση του συντρόφου στην υποτίμησή του (DSM-IV-TR). Είχε προφανώς μεγαλώσει με γονείς που λειτουργούσαν ως αναποτελεσματικοί φροντιστές με αποτέλεσμα να της είναι γνωστός αυτός ο ρόλος και να τον υιοθετεί στην ερωτική της σχέση (parent- derived role) αλλά και να τον ανταποδίδει και στον σύντροφό της βλέποντας, ίσως- πολύ υποθετικά-, σε αυτόν μεταβιβαστικά τον ρόλο του πατέρα της (self to other) αλλά και προβολικά ταυτιζόμενη μαζί του σε ένα κομμάτι του εαυτού της (self to self), κάτι που οδηγεί σε θυμό.
Ο Χάρυ, από την άλλη, βλέποντας μεταβιβαστικά στο πρόσωπο της Μάριον την μητέρα του, κάθε φορά που προσπαθεί να φανεί ιδανικός φροντιστής, κάτι που η μητέρα του ποτέ δεν κατάφερε να είναι απέναντί του αλλά και ο ίδιος απέναντί της, αναμένει τον θυμό της κοπέλας δίνοντάς της τον ανταποδοτικό ρόλο του θυμωμένου φροντιζόμενου (βλέποντας έτσι, μέσω προβολικής ταύτισης τον ρόλο που πολλές φορές είχε στη σχέση του με την μητέρα του αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό όταν ο ένας του ρόλος είναι ο αναποτελεσματικός φροντιστής και συγχρόνως ανταποδοτικά ο άλλος ο θυμωμένος φροντιζόμενος- self to self). Άλλες, πάλι, φορές αποκτά τον ρόλο του θυμωμένου φροντιζόμενου (child- derived role), κάθε φορά που αναμένει την φροντίδα από την κοπέλα του (μητέρα του- μεταβίβαση), ανταποδίδοντάς της ( self to other) τον ρόλο του αναποτελεσματικού φροντιστή ( που είχε και η μητέρα του).
Εν τέλει, και στους δύο ήρωες, και οι δύο ρόλοι λειτουργούν ανταποδοτικά ως states του εαυτού τους (internal- self to self), λόγω των ρόλων που υιοθετούσαν οι γονείς τους απέναντί τους και οι ίδιοι ανταποδοτικά σε αυτούς (external- self to other or other to self). Τώρα στα πλαίσια της ερωτικής τους σχέσης επαναλαμβάνονται τα ίδια μαθημένα patterns με αποτέλεσμα μέσω μεταβιβάσεων (μητρική και πατρική) και προβολικής ταύτισης να αναδύονται ευκολότερα δυσλειτουργικοί ρόλοι ανάμεσά τους (external) και αλληλοσυγκρουόμενα κομμάτια εαυτού (internal), πράγμα που οδηγεί σε θυμό και συγκρούσεις (θύτης- θύμα…)
Όταν λοιπόν οι ανταποδοτικοί ρόλοι θύτης- θύμα λειτουργούν εσωτερικά (internal- self to self) για τους δυο ήρωες προκαλείται θυμός για την αναποτελεσματικότητα φροντίδας του εαυτού προς τον εαυτό ενώ όταν λειτουργούν διαπροσωπικά (external- self to other or other to self) προκαλείται θυμός με την αναποτελεσματικότητα του άλλου να φροντίσει ή με την ανασφάλεια να δεχτεί φροντίδα, κατάσταση που ίσως τελικά ενισχύει τον θυμό προς τον εαυτό (προβολική ταύτιση) αν σκεφτούμε πόσο αυτοτιμωρητική είναι η χρήση ουσιών.
Αποτέλεσμα αυτών είναι η επιθετικότητα προς τον εαυτό ή προς τον άλλο να οδηγεί σε ενοχές ή ανασφάλεια και χαμηλή αυτοεκτίμηση, εν τέλει στη μη αποδοχή και μοναξιά, και οι δύο ήρωες να αναζητούν πάλι την αποδοχή επαναλαμβάνοντας το παθολογικό παιχνίδι των δυο ζευγαριών ανταποδοτικών ρόλων που περιγράφηκαν…
--- Θα λέγαμε ότι το ψυχολογικό σκηνικό μοιάζει να είναι κοινό με αυτό που περιγράφηκε νωρίτερα για τον Χάρυ και την Σάρα, κάτι που φαίνεται και από το διάγραμμα. Η Μάριον έχει πάρει την θέση της μάνας του Χάρυ (μεταβίβαση) και ίσως –πολύ υποθετικά- ο Χάρυ την θέση του πατέρα της Μάριον (μεταβίβαση). Η ανάγκη για αποδοχή παραμένει ακάλυπτη και οι δύο ήρωες επαναλαμβάνουν το παιχνίδι των ανταποδοτικών ρόλων που είχαν μάθει να παίζουν, αναποτελεσματικός φροντιστής- θυμωμένος φροντιζόμενος ( ο θυμός εδώ είναι πιο έντονος απ’ ότι στη σχέση Χάρυ και Σάρα). Συνεπώς, τα διλήμματα, οι παγίδες και οι εμπλοκές που περιγράφηκαν νωρίτερα ισχύουν και εδώ, με την διαφορά ότι εδώ οι εμπλοκές- snags που γεννήθηκαν μέσα στα δύο οικογενειακά συστήματα των ηρώων έχουν μεγαλύτερη θέση.
Ακόμη, η επιθετικότητα εδώ λαμβάνει μεγαλύτερη θέση, με διαφορετική μορφή (όπως φαίνεται στο σχεδιάγραμμα) απ’ ότι στο προηγούμενο ζεύγος ρόλων, αλλά με κοινό σημείο τον αυτοτιμωρητικό χαρακτήρα. Ας μην ξεχνάμε ότι εδώ έχει προστεθεί ένα νέο ζεύγος ανταποδοτικών ρόλων, θύτης- θύμα.
Τέλος, είναι πολύ έντονες οι μεταπηδήσεις που γίνονται από την εξιδανίκευση στην υποτίμηση των ηρώων, κάτι που αιτιολογεί η οριακότητα (DSM-IV-TR) κυρίως στη συμπεριφορά της Μάριον.
Γ) Σάρα και φίλες: Επιβραβεύων- Επιβραβευμένος
-Πλαίσιο γένεσης και εξέλιξης ανταποδοτικών ρόλων:
Οι φίλες της Σάρας είναι στη παρούσα φάση από τα σημαντικότερα άτομα στη ζωή της. Έχουν το κοινό σημείο της ηλικίας που ευνοεί την επικοινωνία μεταξύ τους και κάθε είδος κοινωνικής συναλλαγής. Όταν η Σάρα αρχίζει να αναφέρει την περίπτωση της παρουσίας της στο τηλεπαιχνίδι, αρχικά οι φίλες της είναι αμυντικές και λίγο αποστασιοποιημένες από αυτή της την πρόθεση. Γρήγορα όμως αρχίζουν να την ενθαρρύνουν, και στην έναρξη της δίαιτας με τα χάπια αρχίζουν να την ενισχύουν, να την επιβραβεύουν.
Έτσι, παίρνουν τον ρόλο του επιβραβεύοντος απέναντι στην Σάρα ανταποδίδοντάς της τον ρόλο του επιβραβευμένου (external- others to self), ενισχύοντας τελικά, μέσα από προβολική ταύτιση (Ryle, 1994), το δικό τους κομμάτι που λειτουργεί με τον ρόλο του επιβραβευμένου (internal- self to self) . Εξηγώντας, για τις φίλες της Σάρας, η Σάρα και η ανάγκη της να γίνει πάλι νέα, όμορφη και αποδεκτή από τους γύρω της, λειτουργεί ως πεδίο εκκίνησης για μια δική τους προσπάθεια για αλλαγή, επαναπροσδιορισμό του εαυτού τους, ενίσχυση της αυτοεκτίμησής τους και αναζήτηση αποδοχής. Από την άλλη η Σάρα επιβραβεύει (επιβραβεύων) μέσα από την ενίσχυση που έχει από τις φίλες της το κομμάτι του εαυτού της που θέλει επιβράβευση (επιβραβευμένος) (internal- self to self) ενώ λειτουργεί και ως επιβραβεύων των φίλων της που αποκτούν, έτσι, τον ανταποδοτικό ρόλο του επιβραβευμένου (external- self to others) ακριβώς γιατί την επιβραβεύουν, και αυτό ενισχύει τον φαύλο κύκλο που ακολουθεί .Εξάλλου και αυτή ανταποδίδει με το να αποτελεί το μέσο (προβολική ταύτιση) για επιστροφή στη νιότη και την ιδεώδη παντοδυναμία.
Ο κύκλος ίσως σπάει στο τέλος της ταινίας, τότε που η φίλη της Σάρας ξεσπάει σε λυγμούς (ενοχές) αντικρίζοντας την Σάρα σε άθλια κατάσταση.
--- Η Σάρα στη προσπάθειά της να ξανακερδίσει την χαμένη της νιότη , την παντοδυναμία της και την ευκαιρία να νιώσει σημαντική για τους γύρω της, και κυρίως για τον Χάρυ, αναζητά την βοήθεια των φίλων της. Έτσι, λοιπόν, αποφασίζει μέσα στην παραληρηματικότητά της (DSM-IV-TR) να εμφανιστεί σε ένα tv show, ξεκινά εξαντλητικές δίαιτες με αμφεταμίνες και η κατάσταση αρχίζει σταδιακά να φεύγει από το κανονικό. Μια μάνα που προσπαθώντας να κερδίσει πίσω την αγάπη και την αποδοχή του εξαρτημένου της γιου, μέσα απ’ την επανεμφάνιση του τόσο σημαντικού «κόκκινου φορέματος» καταλήγει να είναι και αυτή εξαρτημένη με μοναδικό αποτέλεσμα εν τέλει την διαιώνιση της παθολογικότητας της κατάστασης.
Οι φίλες της Σάρα αρχίζουν να την ενισχύουν σε κάθε προσπάθεια επαναπροσδιορισμού του ρόλου της (ή και τους) και έτσι αρχίζουν να γεννιούνται οι ανταποδοτικοί ρόλοι του επιβραβεύοντος – επιβραβευμένου στην εξέλιξη των οποίων σημαντικό ρόλο παίζει η προβολική ταύτιση. Από την μια, οι φίλες της την ενισχύουν θετικά λειτουργώντας ως επιβραβεύοντες της Σάρα- επιβραβευμένη (external) αλλά από την άλλη προβολικά ταυτιζόμενες με την Σάρα ενισχύουν έμμεσα το δικό τους κομμάτι εαυτού που χρειάζεται επιβράβευση (internal) (δίλημμα: ‘Ή ενισχύω τον άλλο για κάτι κάνοντάς του κακό (η δίαιτα- εξάρτηση) ή θέλω να ενισχύσω εμένα ενισχύοντας τον άλλο (προβολική ταύτιση) κάνοντας όμως πάλι κακό στον άλλο (η δίαιτα- εξάρτηση)) .Η Σάρα, από την μια, ζητά θετική ενίσχυση για τις προσπάθειές της (external) από τις φίλες- επιβραβεύοντες και, από την άλλη, λειτουργώντας ως προβολικό μέσο για αυτές γίνεται ο επιβραβεύων τους (external) αλλά και επιβραβεύων του δικού της κομματιού που το χρειάζεται (internal) καθώς σε κάτι τέτοιο βοηθά η αποδοχή που βρίσκει από τις φίλες της (δίλημμα: ‘Ή ζητώ ενίσχυση για κάτι που όμως κάνει κακό στον εαυτό μου ή ενισχύω έμμεσα (προβολική ταύτιση) αυτούς που με ενισχύουν με αποτέλεσμα να με ενισχύουν ακόμη περισσότερο για κάτι που μου κάνει όμως πάλι κακό’: λειτουργεί και ως παγίδα) .
Αυτή η έννοια της αποδοχής εαυτού και άλλου οδηγεί σε μια αίσθηση δύναμης, αξίας και νεότητας , μια (ψευδ)αίσθηση που έχει και η Σάρα και οι φίλες της, που και αυτές ίσως έχουν τις ίδιες αναγκαιότητες με τη Σάρα, να αποκτήσουν αξία και αποδοχή από τους σημαντικούς Άλλους τώρα που τα χρόνια έχουν περάσει .Έτσι, ο φαύλος κύκλος ξεκινά, η αίσθηση παντοδυναμίας εχισχύεται καθώς και η εξάρτηση της Σάρα (και των φίλων τελικά), και η παγίδα ολοένα και γιγαντώνεται…
Snags:
-‘Θα γίνω αποδεκτή από τους γύρω μου και από τον γιο μου μόνο αν καταστρέψω τον εαυτό μου, έτσι μόνο θα μπορέσω να τραβήξω την προσοχή, δεν υπάρχουν υγιή μέσα...’
-‘Οι άλλοι με θεωρούν αποτυχημένη σε διάφορους ρόλους και δεν υπάρχει επιστροφή, η μόνη λύση είναι ο αργός θάνατος με την αυτοκαταστροφή μου…..
….-’δεν έχω να αποδείξω και κάτι άλλο πια, είμαι μια ηλικιωμένη που αργά ή γρήγορα θα πεθάνω έτσι και αλλιώς’
4. Βιβλιογραφία
Bennett, D. (1994). Readiness to Change- The Impact of Reformulation: A Case Example of
Cognitive Analytic Therapy. International Journal of Short- Term Psychotherapy.
Donias, S. (1993). Validating Conceptual Aspects of the Reformulation Process in CAT. British
Journal of Psychotherapy. England.
Elia, I. (2004). Mirror, Voice and Reciprocal Role.
Fonagy, P., Ryle, A. (1995). Psychoanalysis, Cognitive Analytic Therapy, Mind and Self.
British Journal of Psychotherapy. England.
Kaplan & Sadock’s, B.& V. (2001). Pocket Handbook of Clinical Psychiatry, third edition
(based on DSM-IV-TR). Philadelphia: Lippincott Williams & Wilkins .
Leiman, M. (1997). Dialogical Sequences and Bakthinian Voices.
Potter, S. (2004). Untying the Knots Relational States of Mind in Cognitive Analytic Therapy.
England.
Ryle, A. (1993). Cognitive-Analytic Therapy: Active Participation in Change. England: John
Wiley & Sons Ltd .
Ryle, A. & Kerr, I. B. (2002). Introducing Cognitive Analytic Therapy: Principles and Practice.
England: John Wiley & Sons Ltd .
Ryle, A. (1994). Projective Identification: A Particular form of Reciprocal Role Procedure.
British Journal of Medical Psychology. England.
Ryle, A. (1979). The Focus in Brief Interpretive Psychotherpy. Dilemmas, Traps and Snags-
Target Problems. British Journal of Psychotherapy. England.
Ryle, A. (1994). Persuation or Education? The Role of Reformulation in Cognitive Analytic
Therapy. International Journal of Short- Term Psychotherapy.
Η ταινία που θα αναλύσουμε αφορά τις ιστορίες τεσσάρων ατόμων, που μόνο τραγικές φιγούρες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν. Μια μάνα, η Σάρα, που ποτέ δεν μπόρεσε να αποδεχτεί τον ίδιο της τον εαυτό, δεν αποδέχεται και τον ίδιο της τον γιό, τον Χάρυ. Ο Χάρυ καταλήγει να είναι εξαρτημένος από τοξικές ουσίες ξεκινώντας ένα ταξίδι περιπετειών που δεν έχει στάσεις και προορισμό. Μαζί του σε αυτό, ο κολλητός του φίλος και η ερωμένη του Μάριον που βρίσκει, μέσα από την ποικιλόμορφη αυτoκαταστροφή, διέξοδο στην συναισθηματική ανασφάλεια και μη αποδοχή που της έδινε το σπίτι της, μαζί με την οικονομική κάλυψη που της παρείχε. Χάρυ και Μάριον επαναλαμβάνουν το παιχνίδι των ρόλων που τόσο καλά είχαν μάθει να παίζουν από παιδιά με τους γονείς τους ενισχύοντας το χάος και την αυτοκαταστροφή τους, που έχει το όνομα Εξάρτηση. Αυτή, σε όλα τα επίπεδα, είναι και το κοινό σημείο όλων των ηρώων της ταινίας που τους φέρνει αρκετά κοντά επιφανειακά γιατί τους ταυτίζει, αλλά εν τέλει τους διώχνει τόσο μακριά που τους απομονώνει, αφήνοντας τον καθένα μόνο του να βιώνει τον Γολγοθά του.
2. Θεωρητική εισαγωγή των ‘ανταποδοτικών ρόλων’ (‘reciprocal roles’)
Η Γνωσιακή Αναλυτική ψυχοθεραπεία δίνει μεγάλη έμφαση στην θεωρία των ανταποδοτικών ρόλων (‘reciprocal roles’) (Ryle & Kerr, 2002). Μέσα από την θεωρία αυτή προσπαθεί να συνδέσει το παρόν του ασθενούς με το παρελθόν του, και κυρίως με την κατάσταση που επικρατούσε στο οικογενειακό του σύστημα, αλλά και τους ρόλους που είχε μέσα σε αυτό ως παιδί και τελικά συνέχισε και έξω από αυτό ως ενήλικας. Η θεωρία αυτή έχει βασιστεί κυρίως στο έργο του γνωσιακού αναλυτή A. Ryle αλλά έχει επηρεαστεί και από άλλες θεωρίες, όπως την θεωρία των αντικειμενοτρόπων σχέσεων (Object Relations Theory), την θεωρία του Vygotsky (Ryle, 1994) και την θεωρία του συγγραφέα Bakthin (Leiman, 1997).
Κατά την διάρκεια της παιδικής του ηλικίας το άτομο- ασθενής είχε συγκεκριμένες συμπεριφορές και ρόλους με τους οποίους αλληλεπιδρούσε με τους γονείς του, και κυρίως με την μητέρα του. Κάθε συγκεκριμένη συμπεριφορά- ρόλος είχε ως απάντηση μια συγκεκριμένη συμπεριφορά- ρόλο από τον γονέα (Ryle, 1993) .Για παράδειγμα, θα μπορούσαν σε ένα οικογενειακό σύστημα να αλληλεπιδρούν ένας γονέας- θύτης και ένα παιδί- θύμα ή και το αντίστροφο, ένας επικριτικός γονέας με ένα απολογητικό παιδί ή και το αντίστροφο. Οι μορφές τέτοιων ειδών αλληλεπιδράσεων μαθαίνονται σιγά σιγά, αφού σε κάτι τέτοιο βοηθά και η επανάληψη που σκοπό έχει να διατηρήσει μια συγκεκριμένη κατάσταση- μάλλον παθολογική- με την μορφή δευτερογενούς όφελους, η οποία όμως στο μέλλον θα γεννήσει στο άτομο- ασθενή πολλές εμπλοκές (snags) που θα δυσκολέψουν αρκετά την διαπροσωπική του ζωή (Ryle, 1979).
Έτσι, ο ενήλικας πια ασθενής, έχοντας μάθει από την παιδική του ηλικία να παίζει συγκεκριμένους ανταποδοτικούς ρόλους, τους επαναλαμβάνει στις διαπροσωπικές του σχέσεις και τελικά τους ενισχύει, μέσα από την διαδικασία των γνωσιακών αναλυτικών διλημμάτων, των παγίδων και των εμπλοκών (Potter, 2004), αντιμετωπίζοντας συνεχώς αδιέξοδα και φαύλους κύκλους. Όταν χαρακτηρίζουμε αυτούς τους ρόλους ‘ανταποδοτικούς’ (Ryle &Kerr, 2002) δεν εννοούμε τίποτα άλλο από το ότι ο ασθενής παίρνοντας έναν συγκεκριμένο ρόλο στη σχέση του με κάποιον άλλο (ή και τον ίδιο του τον εαυτό) έχει μάθει με την συμπεριφορά του, και μέσα από μια διαδικασία ‘αυτοεκπληρούμενης προφητείας’, να λαμβάνει από τον άλλο τον αντίστοιχο, κατάλληλο και απόλυτα ταιριαστό ρόλο ώστε να επικρατήσει ένα ζεύγος ανταποδοτικών ρόλων που του ήταν γνωστό από παλιά (familiar condition). Αν δεν γίνει κάτι τέτοιο, το πιο πιθανό είναι ο ασθενής να θυμώσει (unfamiliar condition) και να δραπετεύσει από την τόσο άγνωστη διαπροσωπική σχέση, διατηρώντας όμως την παθολογικότητα της καθημερινότητάς του.
Εδώ, πρέπει εν συντομία να αναφερθούμε σε κάποιες βασικές ιδιότητες των ανταποδοτικών ρόλων, αναφορά απαραίτητη για την κατανόηση των ανταποδοτικών ρόλων που έχουν οι ήρωες της ταινίας που θα αναλύσουμε. Ο ασθενής στις διαπροσωπικές σχέσεις του μπορεί να επαναλάβει τον ανταποδοτικό ρόλο που είχε ο ίδιος ως παιδί (‘child- derived role’) εκλύοντας από τον άλλο τον αντίστοιχο γονεϊκό μεταβιβάζοντας ίσως ή να επαναλάβει τον γονεικό ανταποδοτικό ρόλο (‘parent- derived role’) εκλύοντας από τον άλλο των αντίστοιχο δικό του παιδικόμορφο, ίσως προβολικά ταυτιζόμενος με το παιδικό κομμάτι του άλλου (Ryle, 1994). Από όπου και αν προέρχεται η κατευθυντική αυτή ‘φωνή’ (Bakthin) (Leiman, 1997), είτε είναι γονεϊκή είτε παιδικόμορφη, το σίγουρο είναι ότι η προβληματικότητα της κατάστασης διαιωνίζεται. Ακόμη, σημαντική παρατήρηση είναι η ακόλουθη. Οι ανταποδοτικοί ρόλοι δε λειτουργούν μόνο διαπροσωπικά (external- self to other/ other to self) αλλά και ανάμεσα σε self states του ίδιου του ασθενούς (internal- self to self) (Ryle, 1993), όπου σε αυτή την κατάσταση, αν υπάρχει και η παρουσία του άλλου, ο θυμός με τον εαυτό και η αυτοτιμωρία ενισχύεται λόγω της λειτουργίας της προβολικής ταύτισης, κάτι που φαίνεται και από τον βαθμό της εξάρτησης όλων των ηρώων της ταινίας. Οπότε υπάρχει η πιθανότητα ένα ζεύγος ανταποδοτικών ρόλων να λειτουργεί και εσωτερικά και εξωτερικά κάνοντας την κατάσταση δυσκολότερη σε αυτή την περίπτωση. Πάντως, σε όλες τις περιπτώσεις, όταν η μεταβίβαση και η προβολική ταύτιση συνυπάρχουν, ο φαύλος κύκλος ενισχύεται, όπως και τα αρνητικά συναισθήματα.
Τέλος, αξίζει να αναφερθούμε στο ρόλο που πρέπει να έχει ο γνωσιακός αναλυτής, που στο τέλος μόνο ανταποδοτικός δεν θα πρέπει να χαρακτηρίζεται. Ο θεραπευτής καλό θα είναι από την αρχή της θεραπείας, ιδίως αν πρόκειται για κάποια διαταραχή προσωπικότητας, να προετοιμάσει τον ασθενή με κάποιο τρόπο, όπως με μια αναφορά στο Γράμμα Αναδιαμόρφωσης (Donias, 1993), ότι υπάρχει μεγάλη περίπτωση να φέρει στο θεραπευτικό δωμάτιο ο ίδιος τους ανταποδοτικούς του ρόλους που παίζει έξω από αυτό, με σκοπό να ξεκινήσει ένα παιχνίδι στο οποίο θα είναι επιθυμητή, ίσως και απαραίτητη, η συμμετοχή του θεραπευτή. Ο θεραπευτής πρέπει μέσω τεχνικών να αναδύσει τους ανταποδοτικούς ρόλους που έχει μάθει να παίζει ο ασθενής, ίσως αρχικά να τους εκλύσει και ο ίδιος αν διαισθανθεί ποιοί είναι αυτοί, αλλά σε καμία περίπτωση να μη τους πάρει, να μην εμπλακεί (collusion) σε αυτούς. Συνεχής στόχος του θα πρέπει να είναι η ανάδυση των ρόλων του ασθενούς, η παρεμπόδιση κάθε αντιμεταβίβασης ή προβολικής ταύτισης, και τελικά η αυτοσυνειδητοποίηση του ασθενούς ότι μπορεί να συνυπάρξει και να σχετιστεί με άλλους ανθρώπους με ρόλους νέους (Bennett, 1994), που θα γνωρίσει ‘χρησιμοποιώντας’ τον θεραπευτή- ή σε θεραπευτική ομάδα, και τα άλλα μέλη. Η συνεχής εποπτεία κρίνεται απαραίτητη γιατί η δυσκολία τέτοιων καταστάσεων είναι αρκετά μεγάλη και η εμπλοκή ίσως είναι καταστροφική, ιδίως για έναν νέο θεραπευτή.
3. Η πορεία προς το Όνειρο…(‘for a Dream’)… που έγινε Θρήνος (‘Requiem…’)- Οι ανταποδοτικοί ρόλοι (‘reciprocal roles’) των ηρώων της ταινίας…
Α) Σάρα και Χάρυ : Αναποτελεσματικός φροντιστής και Ανασφαλής φροντιζόμενος
-Πλαίσιο γένεσης και εξέλιξης ανταποδοτικών ρόλων:
Πατέρας και σύζυγος απών, μητέρα μόνη με ανάγκη για αποδοχή φροντίδας από γιο αλλά και παροχή φροντίδας προς αυτόν. Γιος, εξαρτημένος από ουσίες, ανίκανος να φροντίσει την μητέρα του και τον ίδιο του τον εαυτό. Η μητέρα, καθώς δεν δέχεται αγάπη και φροντίδα προσπαθεί μέσα στη μοναξιά της να αποκτήσει αξία για τους γύρω της, θέλει με αυτόν τον τρόπο να γίνει αποδεκτή και να φροντίσει τον γιο της που ποτέ δε μπόρεσε- πράγμα για το οποίο νοιώθει ένοχη (ο γιος της, που πάντα ήθελε επιτυχημένο, χάνεται λόγω της εξάρτησής του), να νοιώσει ο ίδιος περήφανος για αυτή και αυτή ικανή να βρει λόγους για να αισθανθεί περήφανη για αυτόν (‘θέλω να παντρευτείς, να επιτύχεις…να μου φέρεις ένα εγγόνι’ του λεει).
Η ίδια αρχίζει εξαντλητικές δίαιτες μέσω χαπιών προσπαθώντας να γυρίσει τον χρόνο πίσω, τότε που το κόκκινο φόρεμα της έκανε. Συμβολικά και ψυχαναλυτικά εδώ μιλώντας, τα περιττά της κιλά ίσως είναι οι ίδιες της οι ενοχές για όσα δεν μπόρεσε να δώσει στο παιδί της και το κόκκινο φόρεμα η προσπάθεια για μια νέα αρχή με έναν νέο και ιδανικό ρόλο φροντιστή, όχι τόσο αναποτελεσματικού όσο αποδείχτηκε στη σχέση της με τον γιο της, και που επηρέασε, όπως θα δούμε παρακάτω, μια ερωτική του σχέση (αναποτελεσματικός φροντιστής : ‘parent- derived role’)…Το φόρεμα όμως δεν της κάνει πια, είναι ίσως αργά και η κατάσταση έχει ξεφύγει…Κατάληξη; Η καθημερινή εξάρτηση από υπεράριθμα χάπια διαίτης. Ίσως, εδώ βρίσκεται και το μοναδικό σημείο επαφής των δυο, μιας επαφής που τελικά εξυπηρετεί την αυτοτιμωρία και την απόρριψη του ενός από τον άλλο. Η όλη τους επικοινωνία στηρίζεται- εξαρτητικά -στην αναγκαιότητα για παροχή και την αποδοχή φροντίδας. Αυτοί είναι και οι ανταποδοτικοί τους ρόλοι που όμως είναι ελλειμματικοί, προβληματικοί. Εξάλλου το ότι στηρίζονται στην προβολική ταύτιση δυσκολεύει τα πράγματα (Ryle, 1994).
Μέσα από μια διαδικασία ψυχολογικής –και όχι μόνο- εξάρτησης, μάνα και γιος προσπαθούν να κερδίσουν την αποδοχή, την φροντίδα και την αγάπη μέσα από μια επικοινωνία, που δεν γίνεται ουσιαστικά μόνο ανάμεσα στους δύο(self to other/ other to self), αλλά με τον ίδιο τους τον εαυτό (self to self) (Leiman, 1997) φέρνοντας στην επιφάνεια ενοχές, ακάλυπτες ανάγκες, θυμό και αυτοτιμωρία. Πρόκειται για την συνάντηση ενός αναποτελεσματικού φροντιστή και ενός ανασφαλούς φροντιζόμενου (‘child- derived role’), μια συνάντηση ανάμεσα στη μητέρα και τον γιο της, αλλά ίσως και πολύ περισσότερο ανάμεσα σε δυο διαφορετικούς ρόλους του ίδιου τους του εαυτού- η διαδικασία της προβολικής ταύτισης εξάλλου κάτι τέτοιο το καθιστά πιο φανερό και περισσότερο επώδυνο για τους δυο ήρωες. Μάνα και γιος παίρνουν συνεχώς τον έναν ή τον άλλο ρόλο, ή και τους δυο, διατηρώντας έτσι τον φαύλο κύκλο της σχέσης τους.
--- Κοινό ζήτημα μάνας και γιού είναι η αποδοχή, η αποδοχή του ενός από τον άλλο αλλά και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Προσπαθούν να την κερδίσουν μέσα από το να φροντίσουν ο ένας τον άλλο ή με το να αποδεχτούν φροντίδα ο ένας από τον άλλο. Τα συναισθήματα όμως που ντύνουν αυτούς τους ρόλους είναι το άγχος ή η χαμηλή αυτοεκτίμηση με αποτέλεσμα να έρχεται η αποτυχία και οι ανταποδοτικοί ρόλοι να είναι τελικά το ζεύγος αναποτελεσματικός φροντιστής- ανασφαλής φροντιζίομενος (δίλημμα: ‘Ή προσπαθώ να φροντίσω αλλά αγχώνομαι (ίσως οι γονείς μου να ζηλέψουν: snag) και αποτυγχάνω ή αναζητώ φροντίδα αλλά έχοντας χαμηλή αυτοεκτίμηση νιώθω ότι δε την αξίζω (snag) και πάλι αποτυγχάνω.’). Οι ανταποδοτικοί ρόλοι οδηγούν σε ενοχές και άγχος ή σε ανασφάλεια και μοναξιά καταλήγοντας σε θυμό ( δίλημμα: ‘Ή θα φροντίσω αναποτελεσματικά γιατί έτσι μπορώ (snag) και θα θυμώνω ή θα με φροντίζουν ανεπαρκώς γιατί αυτό μου αξίζει (snag) και πάλι θα θυμώνω’). O θυμός οδηγεί τους ήρωες σε επιθετικότητα προς τον εαυτό ή τον άλλο καταλήγοντας σε συναισθήματα ενοχών και αβοηθησίας (δίλημμα: ‘Λόγω της αποτυχίας των ρόλων, ή θα επιτίθεμαι στον εαυτό μου με διάφορες ενέργειες καταλήγοντας σε ενοχές και αβοηθησία ή θα επιτίθεμαι στον άλλο με διάφορες ενέργειες καταλήγωντας πάλι σε ενοχές και αβοηθησία’- επίθεση: μόνο έτσι ξέρω να διεκδικώ(;) :snag). Οι ενοχές και η αβοηθησία που νιώθουν οι δύο ήρωες οδηγεί στην αναζήτηση πάλι της αποδοχής με τον φαύλο κύκλο- παγίδα να συνεχίζεται.
Κλασσικές παγίδες (Ryle, 1979): Αν και τα διλήμματα αλλά και ο κύκλος των ανταποδοτικών ρόλων λειτουργούν ως παγίδες ισχύουν και οι εξής:
-Προσπάθεια να ευχαριστήσω (‘trying to please trap’- placation):
Νιώθωντας ανασφαλής και προσπαθώντας να μην δυσαρεστήσω τους άλλους, προσπαθώ να κάνω ό,τι αυτοί θέλουν με αποτέλεσμα: α) να μην με ευχαριστούν ή επιβραβεύουν οι άλλοι με αποτέλεσμα να θυμώνω, να θλίβομαι ή να έχω ενοχές νιώθοντας άσχημα με τον εαυτό μου, β) να χάνω τον έλεγχο, λόγω της ανάγκης μου να ευχαριστώ τους άλλους, και έτσι να αποφεύγω καταστάσεις, να αναβάλλω πράγματα και να απορρίπτω ανθρώπους, κάτι που τους θυμώνει και αυτό ενισχύει την χαμηλή μου αυτοπεποίθηση.
-Καταθλιπτική σκέψη ‘depressed thinking trap’):
Νιώθοντας καταθλιπτικά, όταν ξεκινώ κάτι πιστεύω ότι δεν θα τα καταφέρω. Οι καταθλιπτικές μου σκέψεις έχουν ως αποτέλεσμα να μην αποδίδω όπως θα μπορούσα και έτσι νιώθω πιο καταθλιπτικός.
-Χαμηλή αυτοπεποίθηση (‘low self- esteem trap’):
Μη πιστεύοντας στον εαυτό μου δεν διεκδικώ αυτά που θέλω με τη σκέψη ότι θα τιμωρηθώ, ότι οι άλλοι θα με κατακρίνουν ή θα με περιορίσουν, ότι ό,τι καλό είναι γραφτό να φύγει μακριά μου και ότι για κάποιο λόγο πρέπει να τιμωρήσω τον εαυτό μου. Όλα αυτά οδηγούν στο να έχω χαμηλότερη αυτοπεποίθηση.
B) Χάρυ και Μάριον : Αναποτελεσματικός φροντιστής- Θυμωμένος φροντιζόμενος, Θύτης- Θύμα ( μέσα από το πέρασμα της εξιδανίκευσης στην υποτίμηση)
-Πλαίσιο γένεσης και εξέλιξης ανταποδοτικών ρόλων:
Ο Χάρυ έχει σχέση με κοπέλα που είναι, και αυτή, εξαρτημένη από ουσίες. Το οικογενειακό σύστημα της Μάριον είναι διαταραγμένο, έχει τάσεις φυγής από αυτό. Η σχέση της με τον ήρωα είναι ένα μέσο φυγής. Αναζητά συνεχώς φροντίδα και επιβεβαίωση από αυτόν για να καλύψει ανάγκες που πάντα είχε, και όταν δεν την παίρνει γίνεται ένας θυμωμένος φροντιζόμενος (child- derived role) ανταποδίδοντάς του τον ρόλο του αναποτελεσματικού φροντιστή (parental- derived role). Ίσως πάντα έπαιρνε αυτόν τον ρόλο απέναντι στους γονείς της όταν αρνούνταν την συναισθηματική κάλυψή της, και συνεπώς κάθε φορά που περιμένει κάποιον να την φροντίσει (other to self) ή από τον εαυτό της να γίνει φροντιστής του εαυτού της (self to self), γίνεται θυμωμένος φροντιζόμενος αναμένοντας την αναποτελεσματικότητα του συντρόφου- φροντιστή ή του εαυτού- φροντιστή (εμπλοκή- snag). Ταυτόχρονα προσπαθεί σε περιστάσεις όπως όταν το ζευγάρι χρειαζόταν χρήματα ή ουσίες, να αποδειχτεί ένας ικανός φροντιστής με αποτέλεσμα να αυτοθυματοποιείται και συγχρόνως να εκδικείται (συμμετοχή σε σεξουαλικά όργια προς εύρεση χρημάτων ή ουσιών) σαν να μην αξίζει να δώσει ή να πάρει φροντίδα με άλλα, υγιή μέσα (εμπλοκή ή snag). Είναι πυρηνικό της θέμα αν θα γίνει αποδεκτή ή όχι, αφού το σπίτι της συναισθηματικά μάλλον την απέρριψε (σε μια σκηνή εξομολογείται στον σύντροφό της ότι από το σπίτι της είχε μόνο χρήματα, κάτι που δεν της αρκούσε). Η οριακότητά της, εξάλλου, δικαιολογεί την αγωνία της για την αποδοχή και τις μεταπηδήσεις που κάνει από την εξιδανίκευση του συντρόφου στην υποτίμησή του (DSM-IV-TR). Είχε προφανώς μεγαλώσει με γονείς που λειτουργούσαν ως αναποτελεσματικοί φροντιστές με αποτέλεσμα να της είναι γνωστός αυτός ο ρόλος και να τον υιοθετεί στην ερωτική της σχέση (parent- derived role) αλλά και να τον ανταποδίδει και στον σύντροφό της βλέποντας, ίσως- πολύ υποθετικά-, σε αυτόν μεταβιβαστικά τον ρόλο του πατέρα της (self to other) αλλά και προβολικά ταυτιζόμενη μαζί του σε ένα κομμάτι του εαυτού της (self to self), κάτι που οδηγεί σε θυμό.
Ο Χάρυ, από την άλλη, βλέποντας μεταβιβαστικά στο πρόσωπο της Μάριον την μητέρα του, κάθε φορά που προσπαθεί να φανεί ιδανικός φροντιστής, κάτι που η μητέρα του ποτέ δεν κατάφερε να είναι απέναντί του αλλά και ο ίδιος απέναντί της, αναμένει τον θυμό της κοπέλας δίνοντάς της τον ανταποδοτικό ρόλο του θυμωμένου φροντιζόμενου (βλέποντας έτσι, μέσω προβολικής ταύτισης τον ρόλο που πολλές φορές είχε στη σχέση του με την μητέρα του αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό όταν ο ένας του ρόλος είναι ο αναποτελεσματικός φροντιστής και συγχρόνως ανταποδοτικά ο άλλος ο θυμωμένος φροντιζόμενος- self to self). Άλλες, πάλι, φορές αποκτά τον ρόλο του θυμωμένου φροντιζόμενου (child- derived role), κάθε φορά που αναμένει την φροντίδα από την κοπέλα του (μητέρα του- μεταβίβαση), ανταποδίδοντάς της ( self to other) τον ρόλο του αναποτελεσματικού φροντιστή ( που είχε και η μητέρα του).
Εν τέλει, και στους δύο ήρωες, και οι δύο ρόλοι λειτουργούν ανταποδοτικά ως states του εαυτού τους (internal- self to self), λόγω των ρόλων που υιοθετούσαν οι γονείς τους απέναντί τους και οι ίδιοι ανταποδοτικά σε αυτούς (external- self to other or other to self). Τώρα στα πλαίσια της ερωτικής τους σχέσης επαναλαμβάνονται τα ίδια μαθημένα patterns με αποτέλεσμα μέσω μεταβιβάσεων (μητρική και πατρική) και προβολικής ταύτισης να αναδύονται ευκολότερα δυσλειτουργικοί ρόλοι ανάμεσά τους (external) και αλληλοσυγκρουόμενα κομμάτια εαυτού (internal), πράγμα που οδηγεί σε θυμό και συγκρούσεις (θύτης- θύμα…)
Όταν λοιπόν οι ανταποδοτικοί ρόλοι θύτης- θύμα λειτουργούν εσωτερικά (internal- self to self) για τους δυο ήρωες προκαλείται θυμός για την αναποτελεσματικότητα φροντίδας του εαυτού προς τον εαυτό ενώ όταν λειτουργούν διαπροσωπικά (external- self to other or other to self) προκαλείται θυμός με την αναποτελεσματικότητα του άλλου να φροντίσει ή με την ανασφάλεια να δεχτεί φροντίδα, κατάσταση που ίσως τελικά ενισχύει τον θυμό προς τον εαυτό (προβολική ταύτιση) αν σκεφτούμε πόσο αυτοτιμωρητική είναι η χρήση ουσιών.
Αποτέλεσμα αυτών είναι η επιθετικότητα προς τον εαυτό ή προς τον άλλο να οδηγεί σε ενοχές ή ανασφάλεια και χαμηλή αυτοεκτίμηση, εν τέλει στη μη αποδοχή και μοναξιά, και οι δύο ήρωες να αναζητούν πάλι την αποδοχή επαναλαμβάνοντας το παθολογικό παιχνίδι των δυο ζευγαριών ανταποδοτικών ρόλων που περιγράφηκαν…
--- Θα λέγαμε ότι το ψυχολογικό σκηνικό μοιάζει να είναι κοινό με αυτό που περιγράφηκε νωρίτερα για τον Χάρυ και την Σάρα, κάτι που φαίνεται και από το διάγραμμα. Η Μάριον έχει πάρει την θέση της μάνας του Χάρυ (μεταβίβαση) και ίσως –πολύ υποθετικά- ο Χάρυ την θέση του πατέρα της Μάριον (μεταβίβαση). Η ανάγκη για αποδοχή παραμένει ακάλυπτη και οι δύο ήρωες επαναλαμβάνουν το παιχνίδι των ανταποδοτικών ρόλων που είχαν μάθει να παίζουν, αναποτελεσματικός φροντιστής- θυμωμένος φροντιζόμενος ( ο θυμός εδώ είναι πιο έντονος απ’ ότι στη σχέση Χάρυ και Σάρα). Συνεπώς, τα διλήμματα, οι παγίδες και οι εμπλοκές που περιγράφηκαν νωρίτερα ισχύουν και εδώ, με την διαφορά ότι εδώ οι εμπλοκές- snags που γεννήθηκαν μέσα στα δύο οικογενειακά συστήματα των ηρώων έχουν μεγαλύτερη θέση.
Ακόμη, η επιθετικότητα εδώ λαμβάνει μεγαλύτερη θέση, με διαφορετική μορφή (όπως φαίνεται στο σχεδιάγραμμα) απ’ ότι στο προηγούμενο ζεύγος ρόλων, αλλά με κοινό σημείο τον αυτοτιμωρητικό χαρακτήρα. Ας μην ξεχνάμε ότι εδώ έχει προστεθεί ένα νέο ζεύγος ανταποδοτικών ρόλων, θύτης- θύμα.
Τέλος, είναι πολύ έντονες οι μεταπηδήσεις που γίνονται από την εξιδανίκευση στην υποτίμηση των ηρώων, κάτι που αιτιολογεί η οριακότητα (DSM-IV-TR) κυρίως στη συμπεριφορά της Μάριον.
Γ) Σάρα και φίλες: Επιβραβεύων- Επιβραβευμένος
-Πλαίσιο γένεσης και εξέλιξης ανταποδοτικών ρόλων:
Οι φίλες της Σάρας είναι στη παρούσα φάση από τα σημαντικότερα άτομα στη ζωή της. Έχουν το κοινό σημείο της ηλικίας που ευνοεί την επικοινωνία μεταξύ τους και κάθε είδος κοινωνικής συναλλαγής. Όταν η Σάρα αρχίζει να αναφέρει την περίπτωση της παρουσίας της στο τηλεπαιχνίδι, αρχικά οι φίλες της είναι αμυντικές και λίγο αποστασιοποιημένες από αυτή της την πρόθεση. Γρήγορα όμως αρχίζουν να την ενθαρρύνουν, και στην έναρξη της δίαιτας με τα χάπια αρχίζουν να την ενισχύουν, να την επιβραβεύουν.
Έτσι, παίρνουν τον ρόλο του επιβραβεύοντος απέναντι στην Σάρα ανταποδίδοντάς της τον ρόλο του επιβραβευμένου (external- others to self), ενισχύοντας τελικά, μέσα από προβολική ταύτιση (Ryle, 1994), το δικό τους κομμάτι που λειτουργεί με τον ρόλο του επιβραβευμένου (internal- self to self) . Εξηγώντας, για τις φίλες της Σάρας, η Σάρα και η ανάγκη της να γίνει πάλι νέα, όμορφη και αποδεκτή από τους γύρω της, λειτουργεί ως πεδίο εκκίνησης για μια δική τους προσπάθεια για αλλαγή, επαναπροσδιορισμό του εαυτού τους, ενίσχυση της αυτοεκτίμησής τους και αναζήτηση αποδοχής. Από την άλλη η Σάρα επιβραβεύει (επιβραβεύων) μέσα από την ενίσχυση που έχει από τις φίλες της το κομμάτι του εαυτού της που θέλει επιβράβευση (επιβραβευμένος) (internal- self to self) ενώ λειτουργεί και ως επιβραβεύων των φίλων της που αποκτούν, έτσι, τον ανταποδοτικό ρόλο του επιβραβευμένου (external- self to others) ακριβώς γιατί την επιβραβεύουν, και αυτό ενισχύει τον φαύλο κύκλο που ακολουθεί .Εξάλλου και αυτή ανταποδίδει με το να αποτελεί το μέσο (προβολική ταύτιση) για επιστροφή στη νιότη και την ιδεώδη παντοδυναμία.
Ο κύκλος ίσως σπάει στο τέλος της ταινίας, τότε που η φίλη της Σάρας ξεσπάει σε λυγμούς (ενοχές) αντικρίζοντας την Σάρα σε άθλια κατάσταση.
--- Η Σάρα στη προσπάθειά της να ξανακερδίσει την χαμένη της νιότη , την παντοδυναμία της και την ευκαιρία να νιώσει σημαντική για τους γύρω της, και κυρίως για τον Χάρυ, αναζητά την βοήθεια των φίλων της. Έτσι, λοιπόν, αποφασίζει μέσα στην παραληρηματικότητά της (DSM-IV-TR) να εμφανιστεί σε ένα tv show, ξεκινά εξαντλητικές δίαιτες με αμφεταμίνες και η κατάσταση αρχίζει σταδιακά να φεύγει από το κανονικό. Μια μάνα που προσπαθώντας να κερδίσει πίσω την αγάπη και την αποδοχή του εξαρτημένου της γιου, μέσα απ’ την επανεμφάνιση του τόσο σημαντικού «κόκκινου φορέματος» καταλήγει να είναι και αυτή εξαρτημένη με μοναδικό αποτέλεσμα εν τέλει την διαιώνιση της παθολογικότητας της κατάστασης.
Οι φίλες της Σάρα αρχίζουν να την ενισχύουν σε κάθε προσπάθεια επαναπροσδιορισμού του ρόλου της (ή και τους) και έτσι αρχίζουν να γεννιούνται οι ανταποδοτικοί ρόλοι του επιβραβεύοντος – επιβραβευμένου στην εξέλιξη των οποίων σημαντικό ρόλο παίζει η προβολική ταύτιση. Από την μια, οι φίλες της την ενισχύουν θετικά λειτουργώντας ως επιβραβεύοντες της Σάρα- επιβραβευμένη (external) αλλά από την άλλη προβολικά ταυτιζόμενες με την Σάρα ενισχύουν έμμεσα το δικό τους κομμάτι εαυτού που χρειάζεται επιβράβευση (internal) (δίλημμα: ‘Ή ενισχύω τον άλλο για κάτι κάνοντάς του κακό (η δίαιτα- εξάρτηση) ή θέλω να ενισχύσω εμένα ενισχύοντας τον άλλο (προβολική ταύτιση) κάνοντας όμως πάλι κακό στον άλλο (η δίαιτα- εξάρτηση)) .Η Σάρα, από την μια, ζητά θετική ενίσχυση για τις προσπάθειές της (external) από τις φίλες- επιβραβεύοντες και, από την άλλη, λειτουργώντας ως προβολικό μέσο για αυτές γίνεται ο επιβραβεύων τους (external) αλλά και επιβραβεύων του δικού της κομματιού που το χρειάζεται (internal) καθώς σε κάτι τέτοιο βοηθά η αποδοχή που βρίσκει από τις φίλες της (δίλημμα: ‘Ή ζητώ ενίσχυση για κάτι που όμως κάνει κακό στον εαυτό μου ή ενισχύω έμμεσα (προβολική ταύτιση) αυτούς που με ενισχύουν με αποτέλεσμα να με ενισχύουν ακόμη περισσότερο για κάτι που μου κάνει όμως πάλι κακό’: λειτουργεί και ως παγίδα) .
Αυτή η έννοια της αποδοχής εαυτού και άλλου οδηγεί σε μια αίσθηση δύναμης, αξίας και νεότητας , μια (ψευδ)αίσθηση που έχει και η Σάρα και οι φίλες της, που και αυτές ίσως έχουν τις ίδιες αναγκαιότητες με τη Σάρα, να αποκτήσουν αξία και αποδοχή από τους σημαντικούς Άλλους τώρα που τα χρόνια έχουν περάσει .Έτσι, ο φαύλος κύκλος ξεκινά, η αίσθηση παντοδυναμίας εχισχύεται καθώς και η εξάρτηση της Σάρα (και των φίλων τελικά), και η παγίδα ολοένα και γιγαντώνεται…
Snags:
-‘Θα γίνω αποδεκτή από τους γύρω μου και από τον γιο μου μόνο αν καταστρέψω τον εαυτό μου, έτσι μόνο θα μπορέσω να τραβήξω την προσοχή, δεν υπάρχουν υγιή μέσα...’
-‘Οι άλλοι με θεωρούν αποτυχημένη σε διάφορους ρόλους και δεν υπάρχει επιστροφή, η μόνη λύση είναι ο αργός θάνατος με την αυτοκαταστροφή μου…..
….-’δεν έχω να αποδείξω και κάτι άλλο πια, είμαι μια ηλικιωμένη που αργά ή γρήγορα θα πεθάνω έτσι και αλλιώς’
4. Βιβλιογραφία
Bennett, D. (1994). Readiness to Change- The Impact of Reformulation: A Case Example of
Cognitive Analytic Therapy. International Journal of Short- Term Psychotherapy.
Donias, S. (1993). Validating Conceptual Aspects of the Reformulation Process in CAT. British
Journal of Psychotherapy. England.
Elia, I. (2004). Mirror, Voice and Reciprocal Role.
Fonagy, P., Ryle, A. (1995). Psychoanalysis, Cognitive Analytic Therapy, Mind and Self.
British Journal of Psychotherapy. England.
Kaplan & Sadock’s, B.& V. (2001). Pocket Handbook of Clinical Psychiatry, third edition
(based on DSM-IV-TR). Philadelphia: Lippincott Williams & Wilkins .
Leiman, M. (1997). Dialogical Sequences and Bakthinian Voices.
Potter, S. (2004). Untying the Knots Relational States of Mind in Cognitive Analytic Therapy.
England.
Ryle, A. (1993). Cognitive-Analytic Therapy: Active Participation in Change. England: John
Wiley & Sons Ltd .
Ryle, A. & Kerr, I. B. (2002). Introducing Cognitive Analytic Therapy: Principles and Practice.
England: John Wiley & Sons Ltd .
Ryle, A. (1994). Projective Identification: A Particular form of Reciprocal Role Procedure.
British Journal of Medical Psychology. England.
Ryle, A. (1979). The Focus in Brief Interpretive Psychotherpy. Dilemmas, Traps and Snags-
Target Problems. British Journal of Psychotherapy. England.
Ryle, A. (1994). Persuation or Education? The Role of Reformulation in Cognitive Analytic
Therapy. International Journal of Short- Term Psychotherapy.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου